Μια νέα αληθινή ιστορία έγινε viral, όπως και πολλές άλλες, στο Humans of New York, τη σελίδα στο Facebook, το ιστολόγιο και τη σειρά μπεστ σέλερ βιβλίων που τα τελευταία χρόνια, μέσα από ένα πλήθος συγκινητικών αφηγήσεων από ανθρώπους «της διπλανής πόρτας» φωτίζει τις εκπλήξεις της ζωής, αλλά το πώς μπορούμε να βρούμε το φως ακόμα και στις πιο σκοτεινές εμπειρίες της.
Μια από αυτές τις αφηγήσεις ανήκει σε έναν άντρα από την Παλαιστίνη, που μίλησε για τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξε ο Ρόμπιν Γουίλιαμς στα παιδικά χρόνια του και για την τυχαία συνάντησή του με τον κωμικό, πολύ αργότερα, στους δρόμους της Νέας Υόρκης:
«Ήταν η μέρα που παραλίγο να πεθάνω. Ήμουν δεκατεσσάρων ετών. Θυμάμαι τον πατέρα μου να διορθώνει διαγωνίσματα στον καναπέ. Ο αδερφός μου καθόταν στο κρεβάτι. Κι εγώ ήμουν ξαπλωμένος στο πάτωμα, κάνοντας ότι διαβάζω άλγεβρα. Αλλά κρυφά, με την άκρη του ματιού μου, έβλεπα τηλεόραση. Γιατί το δελτίο ειδήσεων τελείωνε και ήταν να αρχίσει το “Mork and Mindy”.
»Ήταν η αγαπημένη μου εκπομπή γιατί αγαπούσα τον Ρόμπιν Γουίλιαμς. Όταν λοιπόν έσκασε η βόμβα, σκεφτόμουν τον Ρόμπιν Γουίλιαμς. Πρώτα είδαμε την έκρηξη και μετά την ακούσαμε. Γιατί το φως ταξιδεύει πιο γρήγορα από τον ήχο. Ο αδερφός μου κοίταξε προς το παράθυρο και τα θραύσματα τον χτύπησαν στο πρόσωπο. Κατέληξε να χάσει ένα μάτι. Και από εκείνη την ημέρα, έπεσε σκοτάδι στο σπίτι μας. Ο πατέρας μου έγινε εσωστρεφής και σιωπηλός. Το μόνο παιχνίδι που επέτρεπε να παίζουμε ήταν σκάκι. Όχι χαρτιά, ούτε τάβλι. Μόνο σκάκι, γιατί ήταν ένα παιχνίδι λογικής. Και ο πατέρας μου δεν είχε δει τίποτα καλό από την τύχη.
«Όταν λοιπόν έσκασε η βόμβα, σκεφτόμουν τον Ρόμπιν Γουίλιαμς. Πρώτα είδαμε την έκρηξη και μετά την ακούσαμε. Γιατί το φως ταξιδεύει πιο γρήγορα από τον ήχο»
»Είχαμε έναν γείτονα που δεν φοβόταν τους ελεύθερους σκοπευτές. Όταν έπεφτε η νύχτα μας ερχόταν στο σπίτι μας με τα πόδια, τοίχο τοίχο, κρατώντας το σκάκι του αγκαλιά. Όλη νύχτα έπαιζε με τον πατέρα μου. Όλη η οικογένειά μας μαζευόταν γύρω και τους βλέπαμε να παίζουν. Μεγαλώνοντας, αγάπησα το παιχνίδι. Όταν ήρθα στην Αμερική, νέος άντρας πια, η πρώτη μου δουλειά ήταν σε ένα μαγαζί που πωλούσε σκακιέρες. Τελικά, απέκτησα το δικό μου κατάστημα.
«Κατεβαίναμε τη Χιούστον Στριτ όταν είδα τον Ρόμπιν Γουίλιαμς να μας πλησιάζει. Συνόδευε την κόρη του. Εγώ συνόδευα τον ηλικιωμένο πατέρα μου. Και μοιραστήκαμε μια στιγμή “πατρική”. Ανταλλάξαμε χαμόγελα».
»Πριν από πολλά χρόνια, ο πατέρας μου με επισκέφτηκε στη Νέα Υόρκη. Παίξαμε σκάκι παρέα. Και ένα απόγευμα αποφασίσαμε να πάμε μια βόλτα στο Βίλατζ. Κατεβαίναμε τη Χιούστον Στριτ όταν είδα τον Ρόμπιν Γουίλιαμς να μας πλησιάζει. Συνόδευε την κόρη του. Εγώ συνόδευα τον ηλικιωμένο πατέρα μου. Και μοιραστήκαμε μια στιγμή “πατρική”. Ανταλλάξαμε χαμόγελα. Αλλά δεν του μίλησα, γιατί ντρεπόμουν υπερβολικά.
»Αλλά ήθελα να του μιλήσω. Ήθελα να του μιλήσω για ένα μικρό αγόρι από την Παλαιστίνη που, ένα βράδυ, παραλίγο να πεθάνει. Αλλά εκείνες τις στιγμές, τις πιο σκοτεινές, στην άλλη άκρη του κόσμου, σκεφτόταν εσένα. Σε περίμενε. Γιατί ήθελε να ξεχάσει τα προβλήματά του και να χαμογελάσει. Μακάρι να του το είχα πει. Ίσως να είχε συνειδητοποιήσει το αποτύπωμά του στον κόσμο. Ίσως να μην είχε αφαιρέσει τη ζωή του. Αλλά ακόμα και αν το είχε κάνει και πάλι, τουλάχιστον θα είχε πεθάνει με εκείνη την ανάμνηση».
Δείτε την ανάρτηση: