Το δεύτερο άλμπουμ των Led Zeppelin ηχογραφήθηκε ανάμεσα σε διάφορες περιοδείες από τον Ιανουάριο μέχρι και τον Αύγουστο του 1969.
Από τα Χριστούγεννα του 1968 μέχρι και τα μέσα Φεβρουαρίου του 1969, οι Led Zeppelin πραγματοποίησαν την πρώτη αμερικανική περιοδεία τους, συνεχίζοντας από την 1 Μαρτίου μέχρι και τις 17 Απριλίου, με συναυλίες στην Αγγλία, την Ουαλία τη Δανία και τη Σουηδία. Στη συνέχεια, μετέβησαν στις Ηνωμένες Πολιτείες μέχρι τις 31 Μαΐου, ενώ τον Ιούνιο του 1969, περιόδευσαν για άλλη μια φορά στη Μεγάλη Βρετανία, παίζοντας ενδιάμεσα και μία συναυλία στο Παρίσι. Η τρίτη αμερικανική περιοδεία του συγκροτήματος, ξεκίνησε από την Ατλάντα στις 5 Ιουλίου 1969 και ολοκληρώθηκε στο Λούισβιλ του Τέξας, στις 31 Αυγούστου.
Η περιοδεία για την προώθηση του δεύτερου δίσκου τους, ξεκίνησε από τις Ηνωμένες Πολιτείες στις 17 Οκτωβρίου 1969, συνεχίζοντας στη Μεγάλη Βρετανία και την Ευρώπη από τον Ιανουάριο μέχρι και το Μάρτιο του 1970.
Ο δίσκος γνώρισε μεγάλη επιτυχία, βοηθώντας και τον πρώτο τους δίσκο να βελτιώσει τις πωλήσεις του. Το “Led Zeppelin II” ανέβηκε στην κορυφή των τσαρτ στη Μεγάλη Βρετανία, τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γερμανία, την Αυστραλία, τον Καναδά και σε αρκετές ακόμη χώρες παγκοσμίως. Το πρώτο σινγκλ του δίσκου, “Whole Lotta Love” ήταν και το πιο επιτυχημένο του συγκροτήματος, ανεβαίνοντας στο # 4 των αμερικανικών τσαρτ, όπου βραβεύθηκε ως χρυσό. Το ίδιο το συγκρότημα ήταν αρνητικό στο να εκδίδονται σινγκλ, θεωρώντας ότι μείωναν τις πωλήσεις των άλμπουμ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού, αποτελεί το γεγονός ότι η “Atlantic” τύπωσε αντίτυπα του συγκεκριμένου τραγουδιού, αλλά ο μάνατζερ του συγκροτήματος, Πήτερ Γκραντ, αρνήθηκε την κυκλοφορία τους.
Ο δίσκος βραβεύθηκε ως 12 φορές πλατινένιος, το Νοέμβριο του 1999, έχοντας πουλήσει 400.000 αντίτυπα μέσω παραγγελιών, πριν καν κυκλοφορήσει. Στη Μεγάλη Βρετανία ανέβηκε στην πρώτη θέση των καταλόγων επιτυχιών, λίστα στην οποία παρέμεινε για 125 εβδομάδες.
Το “Led Zeppelin II”, θεωρείται ένας από τους προπομπούς του μουσικού ιδιώματος χέβι μέταλ. Το 1994, το βρετανικό περιοδικό “Guitarist” ανέδειξε το συγκεκριμένο δίσκο ως τον τρίτο επιδραστικότερο όλων των εποχών, ενώ το 1999, το αμερικανικό περιοδικό “The Guitar” το ανέδειξε ως το έκτο καλύτερο άλμπουμ της προηγούμενης χιλιετίας. Το περιοδικό “Rolling Stone”, του έδωσε την 79η θέση στη λίστα με τα 500 καλύτερα άλμπουμ όλων των εποχών, ενώ στην αντίστοιχη λίστα με τα 100 καλύτερα άλμπουμ, το βρετανικό περιοδικό “Q” το κατέταξε στην 37η θέση.
Το 2006, το “Classic Rock” το χαρακτήρισε ως το όγδοο καλύτερο άλμπουμ βρετανικού ροκ, όλων των εποχών.