Όταν η πραγματικότητα σε απογοητεύει και δε βρίσκεις τίποτα καλύτερο να ασχοληθείς, συνήθως τείνεις να πλάθεις ιστορίες με το μυαλό σου. Να κολλάς με πρόσωπα και καταστάσεις και, εξιδανικεύοντάς τες, να ζεις σε ένα δικό σου κόσμο.
Το πρόβλημα είναι ότι συνήθως έχουμε την τάση να κολλάμε με πρόσωπα που μας απορρίπτουν ή με καταστάσεις που δείχνουν αδιέξοδες. Να δημιουργούμε στο κεφάλι μας σενάρια επιστημονικής φαντασίας, προκειμένου να γεμίσουμε κενά της καθημερινότητάς μας. Υπάρχουν στιγμές που μπορεί να νιώσεις ότι ο κόσμος γύρω σου σε κάνει να πλήττεις, να αγανακτείς κι ότι θες με κάθε τρόπο να ξεφύγεις από αυτόν.
Το «κόλλημα» είναι η πιο εύκολη λύση. Προσωπικά το ερμηνεύω ως: έχω κάτι να ασχολούμαι προκειμένου να μη βλέπω ξεκάθαρα γύρω μου. Να παραβλέπω όσα με κουράζουν, με απογοητεύουν ή με πληγώνουν και δημιουργώντας το δικό μου κόσμο μέσα στον οποίο ζω εγώ και το «κόλλημά» μου, να περνάω –ακόμα κι αν είναι ελάχιστες- στιγμές ηρεμίας κι υποτυπώδους ψευδαίσθησης θετικά φορτισμένων αισθημάτων.
«Δεν ταιριάζουν όλοι με όλους». Κοινώς αποδεκτή πρόταση, με την οποία δεν πιστεύω ότι θα βρεθεί έστω κι ένας που να διαφωνήσει. Αν πούμε ότι αυτό το έχεις χωνέψει και το έχεις αποδεχτεί, τότε γιατί τείνεις ακόμα να κολλάς με τα πιο ακατάλληλα για σένα πρόσωπα;
Δεν ταιριάζεις με κάποιον όταν οι επιθυμίες του ενός κι οι ανάγκες του άλλου δε συμπίπτουν, όταν δεν επιζητάτε το ίδιο απ’ τη ζωή σας, όταν εσύ άλλα περιμένεις κι αυτός άλλα μπορεί να σου προσφέρει. Το «ταίριασμα» δεν είναι αποκλειστικά θέμα ενδιαφερόντων, εμφάνισης, ηλικίας ή προσωπικότητας. Είναι και θέμα προτεραιοτήτων, επιδιώξεων κι επιλογών.
Συνήθως το «κόλλημα» σου είναι κάποιο πρόσωπο που ξέρεις εξ’ αρχής ότι δε θα βγάλει πουθενά, απ’ τις περιπτώσεις που βλέπεις ότι «δεν πάει». Επικίνδυνο είναι όταν το κόλλημα μετατρέπεται σε εμμονή και σε οδηγεί σε αρρωστημένες καταστάσεις. Δε σε αφήνει να διακρίνεις την πραγματικότητα, λες και βρίσκεσαι πίσω απ’ τη δική σου κουρτίνα και βλέπεις τα πράγματα μόνο όπως τα θες εσύ. Σε εμποδίζει να σκεφτείς λογικά, ενώ συχνά σε απομακρύνει ακόμα κι απ’ τους γύρω σου, οι οποίοι βαρέθηκαν να ακούν για το μόνιμο κόλλημά σου.
Συχνά η εμμονή σου επηρεάζει τη γενικότερη ψυχοσύνθεσή σου και τις σχέσεις με τον περίγυρό σου. Κι αν σου λένε όλοι οι γύρω σου «ξεκόλλα», εσύ εκεί επιμένεις να κάνεις το δικό σου. Το πρώτο στάδιο είναι να παραδεχτείς το κόλλημά σου. Κι είναι και το πιο δύσκολο, γιατί από κάποια στιγμή και μετά είναι συνυφασμένο με τη σκέψη σου και δεν μπορείς καν να το διακρίνεις.
Έχει ενσωματωθεί στο μυαλό σου με τέτοιο τρόπο, ώστε κάθε διαφορετική άποψη που ακούς θεωρείς ότι προσπαθεί να σε βλάψει. Αρνείσαι να το παραδεχτείς, γιατί βαθιά μέσα σου ξέρεις ότι απ’ τη στιγμή που θα το αποδεχτείς θα πρέπει και να βρεις τρόπο να το εξαλείψεις. Το αφήνεις στο πίσω άκρο του μυαλού σου, ζεις μαζί του κι όσο το συζητάς ή το σκέφτεσαι, απλώς το μεγεθύνεις, το δυναμώνεις και το φουντώνεις ακόμα περισσότερο μέσα σου.
Υπάρχει βέβαια και το κόλλημα, με πράγματα ή άτομα που έχουμε ήδη, που κατά κάποιο τρόπο σχετίζονται μαζί μας κι ίσως ακόμα και να μας ανήκουν. Όταν το εκδηλώνεις με τρόπο υγιή και όχι «αρρωστημένο», όταν το αποδίδεις ως αγάπη κι όχι ως υπερβολή, τότε δεν έχεις κάτι να φοβάσαι.
Γιατί, λοιπόν, κι εσύ επιμένεις να ασχολείσαι και να κολλάς ακόμα κι όταν η διαίσθησή σου σου λέει ότι κάνεις λάθος; Γιατί, προσπαθείς να αποδείξεις στον εαυτό σου ότι μπορείς να τα καταφέρεις ενώ στην πραγματικότητα, ακόμα κι αν τα καταφέρεις, θα βαρεθείς σύντομα, κι αυτό είναι το μόνο βέβαιο; Δύο παράλληλες γραμμές όσο κι αν τις προεκτείνεις δε θα συναντηθούν ποτέ. Κι όσοι προσπάθησαν να αποδείξουν το αντίθετο, ή απέτυχαν παταγωδώς ή δημιούργησαν δική τους γεωμετρία, τη «Μη Ευκλείδεια».
Συντάκτης: Βασιλική Γουγούλα – pillowfights.gr
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη