Tις τελευταίες εβδομάδες βλέπουμε να εξελίσσεται σε κανάλια και sites κάθε λογής, ένα σκληρό ριάλιτι που ξεπερνάει τα όρια του κακόγουστου και γίνεται το θρίλερ του να βλέπεις να καταρρέουν οι ζωές και οι καριέρες δύο ανθρώπων της σόουμπιζ που αποφάσισαν να ζήσουν μαζί κάτω από τα δεσμά ενός γάμου. Το πιο τρομαχτικό πράγμα που μπορεί να συμβεί σε διάσημους ανθρώπους μεθυσμένους από τη δόξα, την ομορφιά τους και ό,τι άλλο υπάρχει γύρω τους και μπορεί να καταπωθεί ή να σνιφαριστεί.
Τα υπέροχα ζυγωματικά του 58χρονου Τζόνι Ντεπ, εμβληματικά της εικόνας του των 80s και της φήμης του ως ενός από τους καρδιοκατακτητές του Χόλιγουντ, μετά από δύο γάμους, τρεις αποτυχημένους αρραβώνες και πολλές θυελλώδεις σχέσεις με διάσημες, φαίνονται να έχουν κρεμάσει με όσα ακούγονται μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου της κομητείας Fairfax στη Βόρεια Βιρτζίνια όπου, από τις 11 Απριλίου, διεξάγεται η δίκη για την υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας απέναντι στην ηθοποιό Άμπερ Χερντ. Ο Ντεπ κατέθεσε μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση εναντίον της Χερντ, ύστερα από δημοσίευμα της ηθοποιού στην εφημερίδα Washington Post, το 2018, όπου αναφερόταν στην κακοποίηση που υπέστη όσο ήταν παντρεμένη –χωρίς να κατονομάζει τον Ντεπ– και πώς επιβίωσε από αυτό που ζούσε.
Αίμα, δάκρυα, αλκοόλ και ξύλο
Όπως συμβαίνει συχνά, ο πρωταγωνιστής ερωτεύτηκε τη συμπρωταγωνίστρια στα γυρίσματα ταινίας (του «Rum Diaries», το 2011). «Με φιλούσε στ’ αλήθεια, με γλώσσα» δήλωσε η Χερντ. Παντρεύτηκαν το 2015 και χώρισαν το 2016 αφού η Χερντ ζήτησε περιοριστικά μέτρα για ενδοοικογενειακή βία εναντίον του Ντεπ και τον κατηγόρησε για κακοποίηση. Ο ίδιος το αρνήθηκε, η λύση δόθηκε εξωδικαστικά λίγους μήνες μετά και το διαζύγιο εκδόθηκε επίσημα το 2017. Τώρα όμως, η 35χρονη Χερντ βρίσκεται ξανά αντιμέτωπη με τον πρώην αγαπημένο της στην εκδίκαση της αγωγής που κατέθεσε ο ίδιος εις βάρος της για συκοφαντική δυσφήμηση, ζητώντας δεκάδες εκατομμύρια δολάρια ως αποζημίωση. Η υπεράσπιση του Ντεπ περιγράφουν στο δικαστήριο ότι η η Άμπερ Χερντ, «ένα βαθιά προβληματικό άτομο», ήταν εκείνη που προσέγγισε ερωτικά τον ηθοποιό, φλερτάροντάς τον και κολακεύοντάς τον, κάτι που το κάνει συχνά, υποστήριξαν, αφού επιδιώκει τη δημοσιότητα και τους ισχυρούς άντρες.
Όσο όμως προχωρούσε η σχέση, η ίδια έγινε σκληρή και απότομη, άρχισε να τον προσβάλλει και να του μιλά υποτιμητικά. «Ασκούσε σωματική βία, του πετούσε πράγματα, τον χτυπούσε, τον αποκαλούσε δειλό, του έλεγε ότι δεν ήταν άνδρας επειδή δεν καθόταν να τσακωθεί μαζί της». Τον περιέγραψε σαν έναν άνθρωπο γεμάτο οργή που ξεσπούσε σε βία όταν, από το πολύ αλκοόλ, δεν μπορούσε να ολοκληρώσει μία ερωτική επαφή μαζί της. «Ήταν σαν ένας δαίμονας του οποίου τα βίαια ένστικτα ενισχύονταν από το αλκοόλ». Ο Ντεπ, στη διάρκεια της δίκης, πάντα άψογα ντυμένος κάθεται σιωπηλός και ζωγραφίζει σε ένα μπλοκ – μάλιστα σε κάποια στιγμή έδειξε στον δικηγόρο του με υπερηφάνεια αυτό που σχεδίασε, ενώ η δίκη συνεχιζόταν. Μερικές φορές ξέσπασε σε γέλια, μαζί με το ακροατήριο, όταν κατέθεσε ο θυρωρός του σπιτιού τους, μέσω βιντεοκλήσης, μέσα από το αυτοκίνητό του, ατμίζοντας με ηλεκτρονικό τσιγάρο, και σε μία άλλη στιγμή της κατάθεσης όταν ο σωματοφύλακάς του, στην ερώτηση αν «ο κ. Ντεπ ούρησε ποτέ στο φουαγιέ της κατοικίας τους» απάντησε ότι «αν είχα δει το πέος του κυρίου Ντεπ, σίγουρα θα το θυμόμουν».
Η υπεράσπιση του ηθοποιού προσπαθεί να δείξει ότι η Άμπερ Χερντ έχει ψυχολογικά προβλήματα από τον τρόπο που αντιμετωπίζει αυτή τη δίκη (ξαφνικά χαμόγελα που το ίδιο απότομα μετατρέπονται σε σκυθρωπή έκφραση, όταν αντιλαμβάνεται τις κάμερες, ή ότι προσπαθεί να ντύνεται όπως ο Τζόνι Ντεπ, κάτι που συνηθίζεται σε συγκεκριμένες ψυχολογικές διαταραχές. Στη δίκη η αδερφή του σταρ κατέθεσε ότι είχαν δύσκολα παιδικά χρόνια με έναν τρυφερό αλλά άφαντο πατέρα και μία σκληρή, βίαιη μητέρα. Τα πράγματα όμως έγιναν χειρότερα με τις άλλες περιγραφές της βίας στην κοινή ζωή των δύο ηθοποιών. Ξυλοδαρμοί, καταστροφές μέσα στο σπίτι, γραμμές κόκας αφημένες επάνω στα τραπεζάκια, πολύ αλκοόλ, σπασμένα γυαλικά, μπουκάλια να εκσφενδονίζονται και από τις δύο πλευρές (ένα μπουκάλι βότκας έκοψε την άκρη από το μεσαίο –τι ειρωνεία!– δάχτυλο του Ντεπ και το έδειχνε στους φωτορεπόρτερς ακριβώς σαν να τους έλεγε go f***k yourselves. Για την ιστορία, το κομμάτι του δάχτυλου το βρήκε ο σεφ με την υπηρέτρια που, αργότερα, καθάριζαν την κουζίνα). Η Χερντ τον κατηγόρησε ότι την κακοποιούσε σεξουαλικά με ένα μπουκάλι («ευχόμουν να μην είναι σπασμένο»), ότι της έσκιζε το εσώρουχο και έψαχνε με τα δάχτυλά του για ναρκωτικά μέσα της ενώ ο Ντεπ είπε ότι βρήκε στο κρεβάτι του περιττώματα που είχε αφήσει η Χερντ («το μόνο που μπόρεσα να κάνω ήταν να βάλω τα γέλια» είπε). Η δίκη θα ολοκληρωθεί στις 21 Μαΐου.
Οι γυναίκες στο πλευρό του
Οι θαυμαστές του Ντεπ είναι δυναμικά στο πλευρό του, διοργανώνοντας hashtags και ράλι υποστήριξης στον ηθοποιό, πιέζοντας την κινηματογραφική παραγωγή να γυρίσει ακόμα μία ταινία «Πειρατές της Καραϊβικής» μαζί του – κάτι που το θέλει πια και ο ίδιος, παρά τις αρχικές του αντιρρήσεις ότι βαρέθηκε τον ρόλο. «Πιστεύω ότι αυτός ο ρόλος πρέπει να έχει ένα τέλος που του αξίζει», δηλώνει. Επιπλέον, πιέζουν με μποϊκοτάζ την παραγωγή του φιλμ «Aquaman» που γυρίζεται τώρα, να κόψει τις σκηνές της Άμπερ Χερντ (ήδη οι παραγωγοί δήλωσαν ότι ο συνολικός χρόνος της Χερντ επί της οθόνης δεν θα ξεπερνάει τα 10 λεπτά).
H Γουαϊνόνα Ράιντερ και η Βανέσα Παραντί, δύο από τους μεγάλους έρωτες της ζωής του Ντεπ, στάθηκαν δημοσίως το πλευρό του: «Σοκαρίστηκα, μπερδεύτηκα και αναστατώθηκα όταν άκουσα τις κατηγορίες εναντίον του» είπε η Ράιντερ που ήταν κάποτε αρραβωνιασμένη μαζί του. «Ειλικρινά, τον ξέρω μόνο ως έναν πολύ καλό άνθρωπο – έναν απίστευτα στοργικό, εξαιρετικά περιποιητικό τύπο που ήταν τόσο πολύ προστατευτικός με εμένα και τους ανθρώπους που αγαπούσε και ένιωθα πολύ, πολύ ασφαλής μαζί του». Η Παραντί, η μητέρα των δύο παιδιών του Ντεπ, είπε: «Αυτό δεν μοιάζει με τον αληθινό Τζόνι που έχω γνωρίσει… Είναι ένα μεγάλο ψέμα, γιατί ο Τζόνι έχει βοηθήσει πάρα πολλά άτομα στην προσωπική και επαγγελματική του ζωή, με καλοσύνη και γενναιοδωρία».
Το μέρος του πήρε ακόμα και η ξεχασμένη πρώτη σύζυγός του, η Λόρι Αν Άλισον, την οποία είχε γνωρίσει μέσω του αδερφού της, του μπασίστα στην μπάντα που είχε ο νεαρός Ντεπ, τους The Kids, στην πόλη που γεννήθηκε, το Μίραμαρ της Φλόριντα. Στον γάμο τους, ο Τζόνι ήταν 20 κι εκείνη 25. ‘Όταν το γκρουπάκι άρχισε να γνωρίζει κάποια επιτυχία, μετακόμισαν στο Λος Άντζελες. Η Λόρι ήθελε να γίνει τραγουδίστρια και είχε όνειρα αλλά όταν παραβρέθηκε σε μία σκοποβολή χωρίς να έχει πάρει την κατάλληλη προφύλαξη, έχασε την ακοή της από το αριστερό της αυτί. Άρχισε να δουλεύει σαν μακιγιέζ και ο Τζόνι έκανε τηλεπωλήσεις για στυλό. Ο γάμος δεν κράτησε πολύ. Ήταν όμως εκείνη που τον έκανε να ξεκινήσει την καριέρα του στις σόουμπιζ, όταν τον σύστησε στον νέο καλό της φίλο, τον Νίκολας Κέιτζ. Έγιναν «φιλαράκια στο πιοτό» και ο Κέιτζ πήρε τον Ντεπ μαζί του για ακρόαση για την ταινία «Εφιάλτης στο Δρόμο με τις Λεύκες».
Μετά το διαζύγιο με την Άλισον, στο πλευρό του Ντεπ βρέθηκε η πανέμορφη Σέριλιν Φεν, γνωστή από την τηλεοπτική μυστηριώδη σειρά «Twin Peaks» (διάσημη η σκηνή της όπου υπερηφανεύεται ότι μπορεί με τη γλώσσα της να δέσει κόμπο το κοτσάνι ενός κερασιού). Όταν ο Ντεπ έγινε διάσημος από την τηλεοπτική νεανική σειρά «21 Jump Street» άφησε τη Σέριλιν κι άρχισε να βγαίνει με την σταρ του «Dirty Dancing», την Τζένιφερ Γκρέι.
Οι τρεις μεγάλοι του έρωτες
Όπως όμως ομολόγησε ο ίδιος, οι τρεις μεγάλοι έρωτες της ζωής του ήταν η Γουινόνα Ράιντερ, η Κέιτ Μος και η Βανέσα Παραντί. Ήταν εκείνες «που άφησαν το σημάδι τους».
ΓΟΥΑΪΝΟΝΑ ΡΑΪΝΤΕΡ
Έρωτας με την πρώτη ματιά, το 1989, στην πρεμιέρα της ταινίας «Μεγάλες μπάλες φωτιάς» στην οποία συμπρωταγωνιστούσε η 17χρονη Γουαϊνόνα, δίπλα στον Ντένις Κουέιντ. Άρχισαν να βγαίνουν, η οικογένεια της Ράιντερ τον δέχτηκε και μετακόμισαν μαζί στο ίδιο σπίτι, στη Νέα Υόρκη και αργότερα στο Μπεβερλι Χιλς. Η δημοφιλία τους σαν ζευγάρι απογειώθηκε όταν πρωταγωνίστησαν στη θρυλική ταινία «Ο Ψαλιδοχέρης» του Τιμ Μπάρτον, δίνοντας έναν σκοτεινό και ρομαντικό τόνο στον έρωτά τους. Ο Ντεπ χτύπησε ακόμα και τατουάζ στο χέρι του, «Winona Forever», γενναία πράξη τότε που ακόμα το τατουάζ ήταν για σκοτεινούς και σκληρούς. Τον τρίτο χρόνο της σχέσης τους όμως, το 1993, το ζευγάρι χώρισε ενώ η φρενίτιδα των μίντια τους ακολουθούσε παντού. «Είναι πολύ δύσκολο να έχεις ιδιωτική ζωή σε αυτή την πόλη» δήλωνε ο Ντεπ. «Ήταν λάθος μας να είμαστε τόσο ανοιχτοί σαν ζευγάρι με τη Γουαϊνόνα. Δώσαμε άδεια στους ανθρώπους να νιώθουν ότι ήταν μέρος αυτής της σχέσης». Αμέσως μετά η Ράιντερ έπεσε βαριά στο αλκοόλ και το κάπνισμα, κινδυνεύοντας μάλιστα και η ζωή της όταν έβαλε φωτιά σε δωμάτιο ξενοδοχείου, επειδή την πήρε ο ύπνος ενώ κάπνιζε. Έγινε παράξενη στη συμπεριφορά της, συνελήφθη να κλέβει σε ένα κατάστημα, είχε πολλές ψυχολογικές μεταπτώσεις και η καριέρα της δεν πήγε, για ένα διάστημα, τόσο καλά. Ο Τιμ Μπάρτον, που τον σκηνοθέτησε σε πολλές ταινίες του, έλεγε ότι ποτέ ξανά δεν θα ήταν ο ίδιος. Η Γουαϊνόνα του είχε αφήσει ένα σκοτεινό σημάδι μέσα του, σαν να του είχε πάρει την ψυχή και την αγάπη. Το τατουάζ «Γουαϊνόνα για πάντα» τώρα το είχε αλλάξει σε «Wino forever».
ΚΕΪΤ ΜΟΣ
Ο Ντεπ είχε αρχίσει να βολτάρει στην άγρια πλευρά του δρόμου κι εκεί συνάντησε ένα γνήσιο παιδί αυτής της ράτσας: το σούπερ μόντελ «της διπλανής πόρτας», την κατά-11-χρόνια-μικρότερή του Κέιτ Μος. Συναντήθηκαν σε ένα στέκι του Ιστ Βίλατζ, το Καφέ Ταμπάκ, το 1994. Στις 15 Φεβρουαρίου 1994, μια εβδομάδα μετά την πρώτη συνάντηση, ο Τζόνι και η Κέιτ εμφανίστηκαν ως ζευγάρι, όταν είχαν πάει σε ένα φιλανθρωπικό πάρτι υπέρ της «Εκπαίδευσης για τον Εθισμό στα Ναρκωτικά» στο Λος Άντζελες. Σχεδόν αμέσως μετά μετακόμισε μαζί του. Ήταν τόσο ερωτευμένος τρελά μαζί της ώστε μία μέρα, λέει η ίδια, της προσέφερε ένα διαμαντένιο κολιέ σφηνωμένο ανάμεσα στους γλουτούς του πισινού του. Ο Ντεπ είχε υποστηρίξει ενθουσιασμένος στον Τύπο ότι αυτός και η Κέιτ είχαν κάνει σεξ σε κάθε μία από τις 63 σουίτες και μπανγκαλόους του πολυτελούς Σατό Μορμόντ της Σάνσετ Μπούλεβαρντ και ότι στα γενέθλιά της είχε γεμίσει μία μπανιέρα με σαμπάνια για χάρη της. Η αλήθεια είναι ότι ακόμα και για το «πανηγύρι της ματαιοδοξίας» που ήταν τα 90s, κάτι τέτοια ήταν ακόμα και τότε κακόγουστα. Κανένας όμως δεν αποκάλεσε ποτέ τον Τζόνι Ντεπ καλόγουστο. Ίσως τρελαμένα ενθουσιώδη, με το μάτι να γυαλίζει, έναν ρόλο που τόσο επιτυχημένα παίζει σε κάθε –μα κάθε– ταινία του.
Η σχέση με την Μος είχε και την άγρια πλευρά της. Οι φήμες για έξαλλους καβγάδες και ουρλιαχτά ανάμεσά τους έγιναν ακόμα πιο γνωστές όταν το 1994, κάποιοι κάλεσαν την αστυνομία στο Ξενοδοχείο Μαρκ του Άπερ Γουέστ Σάιντ, όπου βρήκαν την Κέιτ Μος σε «πιθανώς μεθυσμένη» κατάσταση και τον Ντεπ να έχει κάνει θρύψαλα την προεδρική σουίτα μετά από καβγά τους. Ο ίδιος δικαιολογήθηκε για τα σπασμένα λέγοντας ότι βρήκε ένα αρμαντίλο κρυμμένο στην ντουλάπα τους και προσπαθούσε να το πιάσει (δεν βρέθηκε ποτέ κανένα ζωάκι τέτοιο στο δωμάτιο). Συνελήφθη με την κατηγορία «εγκληματικής αταξίας» και χρεώθηκε 9.767 δολάρια για φθορές στο ξενοδοχείο. Οι φωτογραφίες του να τον μεταφέρουν με τα χέρια στις χειροπέδες έκαναν τον γύρο του κόσμου. Σε κάποιον άλλο καβγά, είπαν ότι τσακώθηκαν σε ένα εστιατόριο του Λονδίνου και στη συνέχεια αποφάσισαν να κάνουν μια εκεχειρία προσπαθώντας να κάνουν έρωτα ακριβώς πάνω στο τραπέζι του εστιατορίου, για να το δουν όλοι, ανάμεσα στα βουνά των σπασμένων πιάτων. Όταν ο σταρ απέκτησε το δικό του κλαμπ, το Βάιπερ Ρουμ, της έκανε ένα δώρο-έκπληξη γενεθλίων. Άνοιξε τις κουρτίνες και από πίσω βρίσκονταν όλοι οι αγαπημένοι της άνθρωποι: η μαμά, ο μπαμπάς, ο Τζον Γκαλιάνο. Όλοι είχαν έρθει από μακριά – από το Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη. Και τότε ο Τζόνι της είπε: «Πάμε για δείπνο, φόρεσε ένα φόρεμα». Εκείνη απάντησε ότι δεν έχει άλλο εκτός από αυτό που φορούσε, ένα μακρύ σατέν φόρεμα. Εκείνος πήρε ένα ψαλίδι και το έκοψε μέχρι τα γόνατα. Η Κέιτ λέει ότι ακόμα κρατάει εκείνο το κομμένο κομμάτι, «ήταν σαν την αγάπη μας, αληθινό. Κάτι απολύτως άγριο. Και μόνο αυτός μπορεί να εκπλήσσει». Ο Ντεπ ήταν ήδη ένας καλτ ηθοποιός και η Μος ένα από τα πιο διάσημα πρόσωπα της μόδας. Η σχέση, αν μη τι άλλο, ήταν ζωντανή και γεμάτη ένταση. Ήταν το είδος της σχέσης που λένε στους φωτορεπόρτερς «φακ γιου» και αυτό προκαλεί ακόμα περισσότερα φλας.
Η Μος είχε γίνει τοπ μοντέλο από τα 14 της και στα 20 της είχε ήδη κερδίσει το πρώτο της εκατομμύριο δολάρια. Ήταν η εποχή της σικ ανορεκτικής, η εποχή των Κάλβιν Κλάινς σε υπέροχες ασπρόμαυρες φωτογραφίες. Η ανορεξία σύντομα έδωσε τη θέση της στο σικ της κοκαΐνης, στα σκισμένα ρούχα, στο πάρτι μέχρι τελικής πτώσης και στην προκλητική συμπεριφορά. Τα ταμπλόιντ είχαν αρχίσει να αποκαλούν τη σχέση τους «το ρομάντζο της κοκαΐνης». Οι «Πειρατές της Καραϊβικής» και οι ακόμα μεγαλύτερες αμοιβές για τον Ντεπ, περίμεναν στη γωνία. Όταν χώρισαν το 1998, η Μος είπε «Κανένας δεν θα αγαπήσει τον Τζόνι όπως εγώ… Χρόνια και χρόνια γεμάτα δάκρια, αχ πόσα δάκρια!». Το ίδιο και ο Τζόνι: «Έκλαιγα επί μία εβδομάδα όταν χώρισα με την Κέιτ». Και μετά γνώρισε τη Βανέσα Παραντί και μετακόμισε στη Γαλλία.
ΒΑΝΕΣΑ ΠΑΡΑΝΤΙ
Όπως συνήθως, όταν γνώρισε την ηθοποιό, τραγουδίστρια και μοντέλο Βανέσα Παραντί, «ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά», ενώ βρισκόταν στο Παρίσι, το 1998, γυρίζοντας την ταινία «Η Ένατη Πύλη» του Ρομάν Πολάνσκι. Την πρωτοείδε σε μία εκδήλωση στο Ξενοδοχείο Κόστες. «Φορούσε ένα φόρεμα με όλη την πλάτη της έξω, είδα εκείνη την πλάτη κι εκείνον τον λαιμό και μετά γύρισε και είδα κι εκείνα τα μάτια, και – μπουμ!» όπως περιέγραψε εκείνος τη σκηνή του κεραυνοβόλου έρωτά τους. «Η ζωή μου ως εργένης είχε τελειώσει». Η σύνδεση που ένιωσαν και οι δύο ήταν ισχυρή, «την είδα», λέει «και σκέφτηκα, τι μου συμβαίνει;» Κι έτσι το αποφάσισε: Είχε έρθει ο καιρός να ηρεμήσει, να τακτοποιηθεί στη Γαλλία (και αργότερα σε ένα ιδιωτικό νησί).
Στις 27 Μαΐου 1999 το ζευγάρι απέκτησε την κόρη τους, Λίλι Ρόουζ Ντεπ (η οποία τώρα είναι ηθοποιός), κάτι που εδραίωσε για πάντα τον δεσμό του με τη Βανέσα. Στις 9 Απριλίου 2002 απέκτησαν τον Τζον Κρίστοφερ «Τζακ» Ντεπ τον Γ΄. Το ζευγάρι έγινε δημοφιλές στους φωτογράφους και στα κόκκινα χαλιά φαίνονταν χαλαροί και ευτυχισμένοι. Ο Ντεπ έλεγε σε συνετεύξεις του: «Τα παιδιά είναι πραγματικά θεμέλια, ένα πραγματικά ισχυρό μέρος για να σταθείς στη ζωή, στη δουλειά, σε όλα… Δεν μπορεί κανείς να σχεδιάσει το είδος της βαθιάς αγάπης που καταλήγει να είναι η αγάπη στα παιδιά. Η πατρότητα δεν ήταν συνειδητή απόφαση. Ήταν μέρος της υπέροχης βόλτας που ζούσα. Ήταν το πεπρωμένο. Όλα τα μαθηματικά τελικά λειτούργησαν τέλεια».
Ο Ντεπ και η Παραντί δεν παντρεύτηκαν ποτέ. Αποφάσισαν να αποφύγουν τις τυπικότητες και να ζήσουν μία ήσυχη, οικογενειακή ζωή –κάτι που φαινόταν να έχει απεγνωσμένα ανάγκη το κουρασμένο πάρτι-άνιμαλ μέσα στον σταρ– ενώ η σχέση έδειχνε να αντέχει, χρόνο με τον χρόνο, μέσα σε μία πόλη και σε μία εποχή που τα διαζύγια ήταν το νέο μαύρο. Το 2010 είχε πει σε μία συνέντευξή του ότι απλώς «δεν βρήκε ποτέ τον εαυτό μου να χρειάζεται αυτό το κομμάτι χαρτί. Ο γάμος είναι πραγματικά μία σχέση από ψυχή σε ψυχή, από καρδιά σε καρδιά. Δεν χρειάζεσαι κάποιον να πει, εντάξει είσαι παντρεμένος». Ήταν η εποχή που ο Τζόνι πέρασε, από το να παίζει ιδιόρρυθμους, αρτίστικους κινηματογραφικούς ρόλους, σε ένα από τα πιο διάσημα franchise της Disney. Ως ο θρυλικός Τζακ Σπάροου στις ταινίες των «Πειρατών της Καραϊβικής», ανέβηκε σε νέα ύψη φήμης και πλούτου.
Η ζωή ήταν πλουσιοπάροχη, ανάμεσα στην έπαυλη στο Χόλιγουντ, δύο σπίτια στη Γαλλία, το γιοτ τους και το ιδιωτικό νησί του Ντεπ στην Καραϊβική που ονομάζεται Little Hall΄s Pond Cay. Αργότερα θα δήλωνε ότι από αυτή την περιουσία του «έκλεψαν 650 εκατομμύρια οι μάνατζερς και οι επιχειρήσεις τους». Η σχέση κράτησε 14 χρόνια. Τον Ιούνιο του 2012 αποφάσισαν να χωρίσουν «σαν φίλοι» δημοσιεύονταν μία κοινή δήλωση: «Παρακαλούμε σεβαστείτε την ιδιωτική ζωή μας και, το πιο σημαντικό, την ιδιωτική ζωή των παιδιών μας». Ο Τζόνι σχεδίαζε να παραδώσει το τεράστιο ποσό 150 εκατομμυρίων δολαρίων για τον χωρισμό του στη Βανέσα. Εκείνη την εποχή, ο δικηγόρος του είχε πει ότι «επειδή δεν είναι παντρεμένοι, ο ένας σύντροφος θα έπρεπε να υποβάλει πολιτική αγωγή και να πάει στο δικαστήριο», αλλά ο Τζόνι προτίμησε να μην αντιδικήσει και αντ΄ αυτού συμφώνησε με το ποσό.
Έναν χρόνο νωρίτερα, εκείνος είχε αρχίσει να βλέπει την Άμπερ Χεντ.
Πηγή: look.athensvoice.gr