Κώστας Γκουσγκούνης. Άντρας με τα όλα του, αστραφτερός, μυστηριώδης, περίπου… σέξι, πραγματικό φαινόμενο. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 μέχρι και τα μέσα του ’80, το καμάρι της Λάρισας Κώστας Γκουσγκούνης τόλμησε να ξαναγράψει τους κανόνες του παιχνιδιού που ίσχυαν στον ερωτικό ελληνικό κινηματογράφο και κέρδισε την απόλυτη αντρική υστεροφημία. Ήταν άξιος!
Ακόμα και οι σοβαροί κινηματογραφικοί κριτικοί με έφεση στις ψαγμενιές δεν κρύβουν το σεβασμό και το θαυμασμό τους. Η εξήγηση απλή: Τη στιγμή που το ελληνικό πορνό στηριζόταν σε πομπώδεις δακρύβρεχτες υποθέσεις και πετσόκοβε την «ουσία» στο μοντάζ, ο Κώστας Γκουσγκούνης, η Τίνα Σπάθη και το υπόλοιπο συνεργείο έκαναν την επανάσταση. Γύρισαν ταινίες μηδενικού μπάτζετ που δεν στηρίχτηκαν στην κλασική συνταγή, δεν πούλησαν μούρη και επίφαση καλλιτεχνικότητας, ούτε καν αισθησιασμό. Το μόνο που διεκδίκησαν ήταν μια θέση στη λαϊκή τέχνη και το κωμικό καλτ στερέωμα.
Ποιος ήταν ο Κώστας Γκουσγκούνης – Η ζωή και οι ταινίες του
Γέννημα θρέμμα της Λάρισας, μιας πόλης με παράδοση στη φωτογραφική τέχνη. Ο Κώστας Γκουσγκούνης μυήθηκε στα μυστικά της φωτογραφίας από τον πατέρα του Μίμη, μαθητή του διάσημου φωτογράφου Βαλσάμη, και άσκησε για κάποιο διάστημα το επάγγελμα στο θεσσαλικό κάμπο. Η απόφασή του να αναζητήσει την τύχη του στην πρωτεύουσα, όπου σκόπευε να ανοίξει φωτογραφείο, στάθηκε καταλυτική για την εξέλιξη της ζωής του. Μερικά μικρά κομπαρσικά περάσματά του από τον κινηματογράφο ήταν αρκετά για να του κολλήσει το μικρόβιο. Ξεκίνησε την καριέρα του το 1952, με την «Αγνή του λιμανιού», συνέχισε με αστυνομικές περιπέτειες και καθιερώθηκε προσφέροντας τις υπηρεσίες του στο είδος της σουρεαλιστικής σεξοκωμωδίας. Μοναδική hardcore ταινία του, «Ο ηδονοβλεψίας».
Ο Κώστας Γκουσγκούνης δεν υπήρξε όμορφος. Ήταν αυταράς, φαλακρός, με προβλήματα άρθρωσης. Δεν ξεχώριζε για τις βιρτουόζικες τεχνικές του στο πήδημα. Ωστόσο πήρε όλα τα λεφτά σε μια μορφή τέχνης με περιορισμένα, όπως και να το κάνουμε, υποκριτικά μέσα, πουλώντας μπρουταλιτέ, κραυγές ηδονής και απίστευτες ατάκες. Ήταν φευγάτος, κεφάτος, εναλλακτικός, σουρεαλιστής, πικάντικα κωμικός, ό,τι πιο «προχώ» μπορούσε να προσγειωθεί στις ελληνικές οθόνες εκείνης της εποχής.
Οι σεναριογράφοι του το ήξεραν. Βιώνοντας δημιουργική δυστοκία, σύνηθες πρόβλημα στις ερωτικού περιεχομένου ταινίες, άφηναν τον Κώστα να αυτοσχεδιάσει. Όμως ο οίστρος σε στιγμές έξαψης είναι μάλλον περιορισμένος. Αποτέλεσμα; Η θρυλική πλέον ατάκα «θα σε γαμήσω» να είναι το πασπαρτού και η κατακλείδα κάθε απόπειρας συζήτησης.
Ο Κώστας της οθόνης ήταν ένα απλό παιδί του λαού, ένας Νίκος Ξανθόπουλος του σεξ και του καράτε. Γερή κράση. Αρχετυπικός γαμιάς, δεν είχε τακτ, έλεγε ό,τι του κατέβαινε στο κεφάλι. Άλλωστε ποια γυναίκα ικανοποιείται με σικ συμπεριφορές στο κρεβάτι; Στην επιλογή συντρόφου δεν ήταν δύσκολος, στην επιλογή χώρου δράσης δεν έψαχνε βολικές λύσεις. Κοινώς ό,τι κάτσει, όπου κάτσει. Δεν άφησε παραπονεμένη καμία: ούτε νοικοκυρά με πρόβλημα στα υδραυλικά, ούτε τουρίστρια, αλλά ούτε και σύζυγο. Έσπειρε το ταλέντο του σε παραλίες κυκλαδίτικων νησιών, ραχούλες, ναυτιλιακά γραφεία, αθηναϊκά διαμερίσματα. Υπήρξε μερακλής στον καφέ και την μπίρα. Δεν το έπαιξε διανοούμενος, δεν παινεύτηκε ποτέ ότι ξέρει ξένες γλώσσες. Επί της οθόνης, καμία εικονική επίδειξη δεξιοτεχνίας. Όλα πραγματικά, όλα φανερά, όλα ωμά, πρωτόγονα, ίσως και βρόμικα, όπως στην πραγματική ερωτική ζωή.
Κάθε ταινία του ηγέτη αντιμετωπιζόταν όπως το «Βαθύ Λαρύγγι» στην Αμερική. Από τις προβολές περνούσαν από χαβαλετζήδες φοιτητές μέχρι την κρεμ ντε λα κρεμ της κοινωνίας, όχι για να αναζητήσουν την «ανάταση», αλλά για να γελάσουν. Ουρές έξω από τους κινηματογράφους, παλλαϊκός ξεσηκωμός, διαδηλώσεις ανά την Ελλάδα ήταν κλασικά φαινόμενα. Η Θεσσαλονίκη έζησε εξαιτίας του τα πρώτα της μποτιλιαρίσματα. Με το που τελείωναν τα εργαστήρια στο Χημικό, η Εθνικής Αμύνης και η Αγγελάκη γέμιζαν από κόσμο που κατευθυνόταν με πορεία στον κινηματογράφο «Ελλήσποντο» κρατώντας λαμπάδες και κεριά. Κατά τη διάρκεια των προβολών το αφοσιωμένο κοινό, που είχε αποστηθίσει τις ατάκες, συμμετείχε ενεργά εξασκώντας τα αντανακλαστικά του. «Πού είναι τα πουλάκια σου;» ρωτούσαν εν χορώ οι παρέες από την πλατεία. «Εδώ είναι τα πουλάκια μου», απαντούσε ο Κώστας με απόλυτο συγχρονισμό από τη σκηνή. Η ιαχή «άξιος, άξιος» δονούσε την ατμόσφαιρα, ενώ η μυσταγωγία συμπληρωνόταν με το φως αναπτήρων.
Παρά την αποθέωσή του, ο Γκουσγκούνης προσέγγισε τα μέσα του σταρ σίστεμ με επιφυλακτικότητα. Την εποχή της δόξας του έμεινε σιωπηλός και αθέατος από τα φώτα της δημοσιότητας. Χρυσός κανόνας, που όποιος τον εφάρμοσε δεν βγήκε χαμένος.
Κώστας Γκουσγκούνης – Οι ατάκες του σε ταινίες
Ακολουθούν κλασικές σκηνές και ατάκες. Κάπως έτσι ξεκινούσαν όλα…
Ο Γκουσγκούνης αραχτός στο σπίτι. Η πόρτα ανοίγει, μπαίνει μέσα η γυναίκα του με ψώνια.
Γκουσγκούνης: «Φέτα έφερες;»
Σύζυγος: «Όχι»
Γκουσγκούνης: «Μου φαίνεται πως θέλεις να σε γ@μήσω».
Ο Γκουσγκούνης γυρνάει στο σπίτι κουρασμένος, αφήνει κάτω την τσάντα με τα σύνεργα του υδραυλικού, χαιρετάει βαριεστημένα τη γυναίκα του.
Γκουσγκούνης: «Τι φαΐ έκανες;»
Σύζυγος: «Δεν έκανα φαΐ»
Γκουσγκούνης: «Δεν έκανες φαΐ; Θα σε γ@μήσω!»
Ο Γκουσγκούνης γυρνάει και πάλι στο σπίτι κουρασμένος.
Γκουσγκούνης: «Γυναίκα, τι φαΐ έχουμε;»
Σύζυγος: «Μακαρόνια»
Γκουσγκούνης: «Τη γ@μησες!»
Ο Γκουσγκούνης εν δράσει στην εξοχή.
Παρτενέρ: «Άκου, Κώστα μου, πώς κελαηδούν τα πουλάκια!»
Γκουσγκούνης: «Άσ’ τα αυτά και κοίτα να κάνεις το δικό μου πουλάκι να κελαηδήσει!»
Ο Γκουσγκούνης σε ρόλο πίτσα delivery boy!
Γκουσγκούνης: «Έφερα τις πίτσες»
Παραλήπτριες: «Μα δεν παραγγείλαμε πίτσες»
Γκουσγκούνης: «Παραγγείλατε, δεν παραγγείλατε, εγώ θα σας γ@μήσω!»
Γκουσγκούνης σε παρτενέρ:
«Βάστα τοίχο, θα σπρώξω»
Ο Γκουσγκούνης σε μπαρ.
Πάει προς την μπάρα, βλέπει την µπαργούµαν. Στον τοίχο ένα ρολόι. Ο Κώστας προσπαθεί να το κοιτάξει, η μπαργούμαν μπαίνει στη μέση. Κάνει δεξιά, ξαναµπαίνει µπροστά του η μπαργούμαν. Κάνει αριστερά, πάλι μπροστά του η μπαργούμαν. Σε κάποια στιγμή γυρνά και της λέει: «Δεν βλέπω την ώρα να σε γ@µήσω!»
Ο Γκουσγκούνης βαρκάρης, μεταφέρει τουρίστρια σε νησάκι. Σε κάποια φάση του πέφτει το ένα κουπί.
Τουρίστρια: «Ωχ, έφυγε το ένα»
Ο Γκουσγκούνης ρίχνει και το άλλο κουπί.
Τουρίστρια: «Τώρα πώς θα περάσουμε απέναντι χωρίς κουπιά;»
Γκουσγκούνης: «Θα σε περάσω γ@μιώντας»
Ο Γκουσγκούνης στη Μυτιλήνη.
Γκουσγκούνης: «Γεια σας, κορίτσια, ξένες είσαστε;»
Κορίτσια: «Όχι καλέ, ντόπιες, από τη Μυτιλήνη»
Γκουσγκούνης: «Α! Δηλαδή λεσβίες!»
Κορίτσια: «Ε όχι και λεσβίες!»
Γκουσγκούνης: «Ε αποδείξτε το τότε!»
Ο Γκουσγκούνης στην παραλία, κόβει βόλτες, ώσπου βλέπει δύο λουόμενες να λιάζονται.
Γκουσγκούνης: «Τι κάνετε εδώ, κορίτσια;»
Λουόμενες: «Περιμένουμε να έρθει κάποιος να μας γ@μήσει»
Γκουσγκούνης: «Α! Ευτυχώς που πέρναγα!»
Ο Γκουσγκούνης σε ρόλο πατέρα.
Στο σπίτι καταφθάνει η κόρη του με μια καινούργια της φίλη και κάθονται στο σαλόνι. Ο Γκουσγκούνης τις βλέπει και κάθεται επίσης στον καναπέ. Σιωπή για ένα λεπτό, ώσπου ο στοργικός πατέρας αποφασίζει να μιλήσει στη φίλη της κόρης του.
Γκουσγκούνης: «Τον παίρνεις από τον κ@λο;»
Κόρη: «Μπαµπά! Τι είναι αυτά που λες!»
Γκουσγκούνης: «Προσπαθώ να σπάσω τον πάγο…»
Ο Γκουσγκούνης στο σπίτι, υποδέχεται μια κοπέλα.
Γκουσγκούνης: «Θες αχλάδι;»
Κοπέλα: «Όχι»
Γκουσγκούνης: «Ε τότε δεν μένει τίποτα άλλο παρά να σε γ@μήσω!»
Ο Γκουσγκούνης βγαίνει από τη θάλασσα με μια γκόμενα. Φοράνε και οι δυο στολή βατραχανθρώπου. Η γκόμενα πάει να βγάλει τη μάσκα.
Γκουσγκούνης: «Μη βγάλεις τη μάσκα, γιατί θα σου πετάξω τα μάτια έξω!»
Ο Γκουσγκούνης εκσπερματώνει στο στόμα της συμπρωταγωνίστριάς του, κι εκείνη αρχίζει να φτύνει.
Γκουσγκούνης: «Τι φτυνείς, μωρή; Κουκούτσια έχουν;»
Ο Γκουσγκούνης υδραυλικός, καταφθάνει στο σπίτι μιας κυρίας. Κάθεται στην κουζίνα της, όπου πάνω στο τραπέζι υπάρχει μια φρουτιέρα με πορτοκάλια. Παίρνει ένα πορτοκάλι.
Γκουσγκούνης: «Πορτοκάλι θες;»
Κυρία: «Όχι»
Γκουσγκούνης: «Να σε γ@μήσω θες;»
Κυρία: «Δεν έχω πρόβλημα».
Ο Γκουσγκούνης σε πισωκολλητό, με τα χέρια στη μέση.
Παρτενέρ: «Γκουσγκούνη, κουράστηκα, άλλαξε στάση»
Γκουσγκούνης: «Εντάξει, μωρό μου», λέει και βάζει τα χέρια στο κεφάλι.
Ο Γκουσγκούνης πιανίστας. Κάτω από το πιάνο η συμπρωταγωνίστρια σε πεολειχία.
Γκουσγκούνης: «Ωραία! Εγώ θα παίζω πιάνο και εσύ κλαρίνο»
Αλλοδαπή αγγλομαθής προς Γκουσγκούνη:
«Fuck me!»
Γκουσγκούνης: «Σκάσε, μωρή, μη σε γ@μήσω!»
Αλλοδαπή γαλλομαθής προς Γκουσγκούνη:
«Aahhh tres jolies!»
Γκουσγκούνης: «Τι ζολή, μωρή! Ψ@λή το λένε!»
Άτιτλο:
Γκόμενα: «Θα μου φέρεις λίγο νερό;»
Γκουσγκούνης: «Α φιρί φιρί το πας να σε γ@μήσω!»
Ο Γκουσγκούνης και πάλι υδραυλικός, στο σπίτι μιας τσαχπίνας. Κάθεται στην κουζίνα.
Κυρία ευγενική: «Καφέ θέλεις;»
Γκουσγκούνης: «Ναι»
Κυρία ευγενική: «Πώς τον πίνεις;»
Γκουσγκούνης: «Πολλά βαρύ και όχι, με δύο φουσκάλες»
Κυρία ευγενική: «Είσαι και μερακλής!»
Γκουσγκούνης: «Έχεις γ@μώ τις κ@λάρες, θα σε γ@μήσω!»
Ο Γκουσγκούνης στην ψαραγορά. Δύο νοικοκυρές παρατηρούν τα ψάρια, ψάχνουν τι να αγοράσουν.
Νοικοκυρές: «Γλώσσες έχετε;»
Γκουσγκούνης: «Ελάτε στο ψυγείο να σας δείξω»
Ακολουθούν τα γνωστά, οι νοικοκυρές αποσύρονται χαμογελαστές.
Γκουσγκούνης: «Ψάρια θέλατε, πουτ@νες»
Είναι πρωί. Ο Γκουσγκούνης έχει ξυπνήσει κι έχει αποθέσει το «ταλέντο» του πάνω στο καλοριφέρ. Η ερωτική του παρτενέρ τον πετυχαίνει πάνω στο ζέσταμα.
Παρτενέρ: «Τι κάνεις εκεί;»
Γκουσγκούνης: «Ζεσταίνω το πρωινό σου»
Ο Γκουσγκούνης μετά την ερωτική πράξη:
Γκουσγκούνης: «Πώς σε λένε;»
Παρτενέρ: «Κατερίνα»
Γκουσγκούνης: «Εμένα Κώστα. Για σκέψου, πρώτα πηδηχτήκαμε και μετά γνωριστήκαμε»
Ο Κώστας Γκουσγκούνης μερακλώνει εν δράσει.
«Πω πω, να είχα μια μπίρα τώρα», λέει. Από το πουθενά ένα χέρι εμφανίζεται στο πλάνο, κρατώντας ένα κρίκερ.
Με τις υγείες σας…
Πηγή: athensvoice.gr