Μετά από τον Κουέντιν Ταραντίνο που στο «Κάποτε στο Χόλιγουντ» ξαναέγραψε την Ιστορία, ήρθε η σειρά του Ράιαν Μέρφι («American Horror Story», «The Politician», «American Crime Story», «Glee») να γυρίσει μια σειρά για λογαριασμό του Netflix, που από τη μία επιχειρεί να καταγράψει τα κακώς κείμενα της κραταιάς κινηματογραφικής βιομηχανίας κι από την άλλη να οραματιστεί εν είδει ρομαντικού παραμυθιού μια ιδεατή κατάσταση, που ακόμα και σήμερα μοιάζει εντελώς απίθανη.
Το «Hollywood» λοιπόν μέσα σε επτά επεισόδια θα μας μεταφέρει στην Μέκκα του θεάματος, μετά από τον Β΄ παγκόσμιο Πόλεμο, όπου μια παρέα νέων και φιλόδοξων καλλιτεχνών -αν και ο ορισμός χωράει πολλή συζήτηση- θέλει να καταξιωθεί. Κι από αυτό ακριβώς το σημείο ξεκινούν τόσο τα δικά τους προβλήματα, όσο και τα θέματα της σειράς. Γιατί ενώ στα πρώτα επεισόδια ο Μέρφι φαίνεται πρόθυμος να βγάλει στην επιφάνεια τη σαθρότητα του star-system, και να αποκαλύψει σεξουαλικά σκάνδαλα, ρατσιστικές αντιλήψεις, και την αλαζονεία των μεγάλων στούντιο και όσων κρύβονται πίσω από αυτά, οι βαθύτερες προθέσεις των συμπαθών κατά τα αλλά πρωταγωνιστών δεν είναι τίποτα άλλο τελικά πέρα από το να γίνουν κι αυτοί μέρος του παιχνιδιού.
Έτσι ενώ καταρχάς βλέπουμε πώς ένα βενζινάδικο λειτουργεί ως παραπέτασμα για μια επιχείρηση πορνείας που τροφοδοτεί τους ισχυρούς με γοητευτικά αγόρια και πώς τελικά όλοι αυτοί οι νεαροί αναγκάζονται να υποκύπτουν στις ορέξεις των αφεντικών για να καταφέρουν να επιβιώσουν, σταδιακά περνάμε σε μια φάση όπου όλοι αυτοί οι ήρωες πετυχαίνουν την καταξίωση, περνώντας μέσα από κρεβάτια -με εξαίρεση την Καμίλ Ουάσινγκτον, την μόνη που αντικειμενικά παρουσιάζεται ως μεγάλο ταλέντο.
Όλα γυρίζουν γύρω από μια ταινία εμπνευσμένη από τη ζωή και το τραγικό τέλος της Πέγκι Εντγουίστλ που πήδηξε από το γράμμα Η της πινακίδας του Hollywood, απογοητευμένη από τις επαγγελματικές της ατυχίες. Ανάμεσα στη μυθοπλασία και στα πραγματικά γεγονότα -θα δούμε αρκετά γνωστά ονόματα, όπως αυτό του Ροκ Χάτσον ή της Βίβιαν Λη- ο Μερφι ασπάζεται πλήρως το «there is no business like show business» και τελικά υπογράφει ακόμα ένα τετριμμένο success story παρά μια τολμηρή σάτιρα. Και αν και βλέπουμε δύο έγχρωμοι να παίρνουν Όσκαρ, μια γυναίκα να διευθύνει ένα τεράστιο στούντιο, η Έλινορ Ρούσβελτ να προασπίζεται τα δικαιώματα των Αφροαμερικανών και δυο γκέι ανταλλάσουν φιλιά πάνω στο κόκκινο χαλί, το ερώτημα παραμένει: ποιοι είναι όλοι αυτοί που τα κατάφεραν; Μια παρέα που δεν φαίνεται ποτέ ουσιαστικά να δουλεύει πάνω στην τέχνη της, εκτός από την Καμίλ, που χωρίς καμία εκπαίδευση και μάλλον καμία δεξιότητα αλλά μέσω των διασυνδέσεων που αποκτούν πουλώντας το σώμα τους επιδεικνύουν μετά από αμέτρητες ταπεινώσεις και συμβιβασμούς μια επαναστατική διάθεση. Πουθενά δεν βλέπουμε στην ονειρική φαντασίωση του Μέρφι ανθρώπους, που τα καταφέρνουν χωρίς να παίξουν βρώμικα παιχνίδια, κι εκεί ακριβώς είναι και το πρόβλημα του «Hollywood» που τελικά ηρωποιεί όσα αρχικά επικρίνει.
Κατά τα άλλα μιλάμε για μια εντυπωσιακή παραγωγή με μια πολύ καλή αναπαράσταση της εποχής, που όμως ελάχιστα λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικές παραμέτρους της περιόδου, με λαμπερούς πρωταγωνιστές, που στα τελευταία επεισόδια μοιάζουν μάλλον αμήχανοι με τις σκηνές που έχουν να ερμηνεύσουν οπότε καταφεύγουν σε εύκολες δακρύβρεχτες λύσεις, και μια glam επιφάνεια που ταιριάζει στο θέμα, κάνοντας το προϊόν ελκυστικό.
Όμως οι καλές προθέσεις του Μέρφι υποσκάπτονται από το ίδιο το σύστημα, που τις στηρίζει, οπότε τελικά το μόνο που μετράει είναι ποιος θα πάρει το Όσκαρ!
Με πληροφορίες από Bovary