Monsters the Lyle and Erik Menendez story: Κοιτάζει κατάματα το Dahmer σε ένα επικό ψυχόδραμα

ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΜΠΡΟΥΝΤΖΑΚΗ
/
24 Σεπτεμβρίου, 2024
/

Μοιράσου το ...

Εάν έχεις το στομάχι να δεις τον δεύτερο κύκλο Monsters στο Netflix, ετοιμάσου να παρακολουθήσεις ένα αριστοτεχνικά γυρισμένο ψυχόδραμα που αποτελεί έξοχο παράδειγμα για το πόσο περίπλοκη είναι η δικαιοσύνη, οι αιτίες που κάποιος φτάνει στον φόνο αλλά και η λεπτή γραμμή ανάμεσα στην αλήθεια και το ψέμα.

Ο δημιουργός της σειράς είναι ο Ράιαν Μέρφι και είναι ο ίδιος που μας έδωσε το Dahmer και κατάφερε με περισσή επιτυχία να δημιουργήσει ένα τόσο καλό δεύτερο μέρος όσο το πρώτο.

Η σειρά που είναι αφιερωμένη στα αδέρφια Menendez, δεν είναι τόσο σοκαριστική με σκηνές βίας αλλά σίγουρα σε παραλύουν οι περιγραφές της κακοποίησης, σεξουαλικής, σωματικής και λεκτικής, από τους ίδιους τους γονείς τους, Χοσέ και Κίτυ Μενέντεζ. Τα αρρωστημένα παιχνίδια που έπαιζε ο πατέρας τους μαζί τους, η διαστρεβλωμένη σεξουαλική διαστροφή της μάνας απέναντι στους γιους της δεν μπορούν να αφήσουν κανένα θεατή απαθή.

Ποια είναι η πραγματική ιστορία;

Η υπόθεση Μενέντεζ θεωρείται μία από τις πιο διάσημες υποθέσεις του 20ου αιώνα, αφού η καλωδιακή τηλεόραση την κάλυψε πλήρως, συγκλονίζοντας τις ΗΠΑ.

 

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

 

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Netflix US (@netflix)

Η οικογένεια Μενέντεζ ήταν η επιτομή του «αμερικανικού ονείρου». Ο Χοσέ Μενέντεζ γεννήθηκε στην Κούβα, αλλά τη δεκαετία του 1950, μετά την Επανάσταση, μετανάστευσε στις ΗΠΑ, όπου στην αρχή ζούσε στη σοφίτα του σπιτιού ενός ξαδέρφου του. Στη συνέχεια, κέρδισε μια υποτροφία στο Queens College. Έτσι άρχισε να έχει μεγάλες φιλοδοξίες για το μέλλον του.

Στο κολέγιο, ο Χοσέ γνώρισε τη Μαίρη Λουίζ Άντερσον, βασίλισσα των καλλιστείων που την αποκαλούσαν «Κίτι». Το 1960 παντρεύτηκαν στη Νέα Υόρκη και απέκτησαν δυο γιους: τον  Λάιλ και τον Έρικ. Ο Χοσέ, αφού πήρε το δίπλωμά του στη λογιστική, εργάστηκε σε μια εταιρεία αυτοκινήτων, ενώ αργότερα έγινε επικεφαλής της RCA Records, που είχε συμβόλαιο με μεγάλα συγκροτήματα, όπως οι Duran Duran και οι Eurythmics. Εκείνη την περίοδο, όλη η οικογένεια μετακόμισε σε μια από τις καλύτερες περιοχές του Μπέβερλι Χιλς.

Τα αδέρφια αποφάσισαν να σκοτώσουν τους γονείς τους με καραμπίνες γαζώνοντας κυριολεκτικά τον πατέρα τους με 10 σφαίρες και τη μητέρα τους με 6. Το έγκλημα συγκλόνισε τη χώρα για τη βαναυσότητά του.

Ο Λάιλ και ο Έρικ Μενέντεζ καταδικάστηκαν το 1996 για τους φόνους των γονιών τους, Χοσέ και Κίτι Μενέντεζ.

Κατά τη διάρκεια της δίκης τους, τα αδέρφια δήλωσαν ότι διέπραξαν τις δολοφονίες από φόβο ότι ο πατέρας τους θα τους σκότωνε αφού τον απείλησαν να τον εκθέσουν για χρόνια σεξουαλικής, συναισθηματικής και σωματικής κακοποίησης, ενώ η κατηγορούσα αρχή υποστήριξε ότι το έκαναν για να κληρονομήσουν την περιουσία του πατέρα τους που μετρούσε πολλά εκατομμύρια δολάρια. Αρχικά δικάστηκαν χωριστά, ωστόσο, και τα δύο σώματα ενόρκων κατέληξαν σε αδιέξοδο, με αποτέλεσμα στη δεύτερη δίκη, να δικαστούν μαζί από ένα μόνο σώμα που τους έκρινε ένοχους. Και τα δύο αδέρφια καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη χωρίς δυνατότητα αναστολής.

Οι αδελφοί Μενέντεζ που εξακολουθούν να είναι φυλακισμένοι, συμμετέχουν ενεργά στη βελτίωση των κοινοτήτων των φυλακών τους και στην υποστήριξη άλλων θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης.

Μάλιστα, όπως έγινε γνωστό πριν μερικά χρόνια, η κατοικία στο Μπέβερλι Χιλς πουλήθηκε σε ευκατάστατη οικογένεια ιρανικής καταγωγής και έγινε είδηση στον Τύπο κάνοντας εκτενή ρεπορτάζ.

 

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

 

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Netflix US (@netflix)

Η μεταφορά στο Netflix

Ομολογουμένως έχω καιρό να παρακολουθήσω μια σειρά με τόσο καλογραμμένο σενάριο παρά το πολύπλοκο της ιστορίας. Το Monsters έχει καταφέρει να μας περιγράψει και να εκθέσει στην κρίση του θεατή τις δυο πλευρές του ίδιου νομίσματος. Μία οικογένεια – δύο διαφορετικές εκδοχές. Στόχος της σειράς να δημιουργήσει το εξής ερώτημα: Ποιοι είναι τα πραγματικά τέρατα;

Η αλήθεια είναι πως συνήθως χρειάζεται ένα τέρας για να φτιάξει ένα τέρας. Η ιστορία ξεκινάει με τον φόνο και κάθε επεισόδιο ξετυλίγει το κουβάρι τού ποιος πραγματικά είναι το θύμα.

Ο Χοσέ Μενέντεζ ήταν αυτοδημιούργητος και έφτιαξε μια περιουσία που άγγιζε τα 80-90 εκατομμύρια δολάρια. Οι κοντινοί του τον περιέγραφαν αυστηρό και σκληρό με τους γύρω του αλλά κυρίως με τους γιους του.

Τα αδέρφια Μενέντεζ ήταν 18 (ο Έρικ) και 20 χρονών (ο Λάιλ) όταν σκότωσαν τους γονείς τους. Η πρώτη δίκη κατέληξε και κακοδικία καθώς οι ένορκοι είχαν διχαστεί για το εάν όντως αυτά τα παιδιά κακοποιήθηκαν βάναυσα από τους γονείς τους και σύμφωνα πάντα με τη σειρά, οι περισσότεροι αμφισβητίες ήταν οι άντρες. Παρουσιάζεται η δίκη, όπου οι μαρτυρίες των ίδιων των παιδιών αλλά και της οικογένειάς τους δείχνουν πως οι γιοι Μενέντεζ δέχτηκαν φρικτά βασανιστήρια από πολύ μικρή ηλικία, κακοποίηση που μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία δύο ψυχικά  βαριά άρρωστων ανθρώπων με πολύ στρεβλή  αντίληψη της πραγματικότητας και των κοινωνικών συναναστροφών. Πολλοί άντρες αρνούνταν να αποδεχτούν ότι ένας άλλος άντρας, που μάλιστα είναι αθλητής και εύρωστος, μπορεί να πέσει θύμα κακοποίησης, ειδικότερα από τον «σπουδαίο πατέρα του» που τα έχει προσφέρει όλα στα παιδιά του.

Ένα επιπλέον μείον για τους άντρες ενόρκους ήταν πως οι συνήγοροι των Έρικ και Λάιλ ήταν γυναίκες και μιλάμε για μια εποχή όπου το να είσαι γυναίκα σε «αντρικά επαγγέλματα» δεν το έβλεπαν και με πολύ καλό μάτι!

Ο πατέρας

Ο Χαβιέ Μπαρδέμ υποδύεται τον πατέρα, Χοσέ Μενέντεζ. Πρόκειται για μια επιβλητική παρουσία που σε μια προσπάθεια ίσως να δικαιολογήσει στον εαυτό του τις αποτρόπαιες πράξεις του, υποστηρίζει μια δική του ερμηνεία που αφορά στις σχέσεις που ανέπτυσσαν οι Αρχαίοι Έλληνες και δη οι Σπαρτιάτες μεταξύ τους, οι οποίοι επιδίδονταν σε σεξουαλικές πράξεις πονώντας ταυτόχρονα ο ένας τον άλλον – κατά τον Μενέντεζ. Όλο αυτό είχε σκοπό τη σκληραγώγησή τους –να τους κάνει άντρες– αλλά και να δημιουργηθούν άρρηκτοι δεσμοί ανάμεσά τους. Έτσι είχαν φτιάξει τον πιο ατρόμητο και φοβερό στρατό, πίστευε ο Μενέντεζ…

Όλα αυτά γιατί σιχαινόταν τον όρο ομοφυλοφιλία και επειδή ήθελε να πείσει τον εαυτό του και τα ίδια του τα παιδιά ότι επιδίδεται σε σεξουαλικές επαφές μαζί τους για να τους κάνει άντρες κι όχι επειδή είναι γκέι και κυρίως ανώμαλος. Με λίγα λόγια, πίστευε πως ένας άντρας έπρεπε να μάθει σε έναν άλλον άντρα πώς να είναι άντρας, μέσα από τον πόνο του σεξ και της χρήσης αντικειμένων ως σεξουαλικών οργάνων.

Η μητέρα

«Μισώ τα παιδιά μου. Ξέρω, είναι απαίσιο αυτό που λέω αλλά τα μισώ». Αυτά είναι τα λόγια της Κίτυ Μενέντεζ στον ψυχολόγο αναφορικά με τους γιους της. Η μητέρα των δύο παιδιών απώλεσε εντελώς το μητρικό της ένστικτο καθώς ήταν εμμονική με τον Χοσέ και πίστευε ακράδαντα πως οι γιοι της έκλεψαν τον άντρα της. Ξεκινώντας από αυτήν τη άρρωστη πεποίθησή της, βλέπει τους γιους της ως αντίζηλους, τους έχει αποκόψει από την μητρική αγάπη, στοργή και προστασία και κάθεται απαθής όταν ο πατέρας τους κακοποιεί σεξουαλικά τους ίδιους της τους γιους.

Η επιλογή της Κίτυ να αγνοήσει τα βασανιστήρια που υφίσταντο οι ίδιοι της οι γιοι της ώστε να κρατήσει τον άντρα της, ξεπερνούν τα όρια της ύβρεως καθιστώντας την το ίδιο – αν όχι περισσότερο – ένοχη για το δράμα των παιδιών της και για την κατάληξή τους, απ’ ότι τον κακοποιητή τους. Στη σειρά υπάρχουν αναφορές πως η Κίτυ ήθελε να ελέγχει τα γεννητικά όργανα του Έρικ για σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, πράγμα που ανησυχούσε πολύ και τον άντρα της καθώς ο Έρικ είχε επαφές χωρίς προφυλακτικό με κάποιον συμμαθητή του. Επιπλέον, στη δεύτερη δίκη αναφέρεται ότι τα παιδιά της τσακώνονταν για το ποιος ΔΕΝ θα κοιμηθεί μαζί με τη μητέρα του.

Η Κίτυ παρουσιάζεται ως μια ψυχρή γυναίκα που δεν έχει καμία επαφή με τους γιους της, επικεντρωμένη στον άντρα της ο οποίος έχει συνεχώς εξωσυζυγικές σχέσεις, με άντρες και γυναίκες, όταν δεν κακοποιεί τα παιδιά τους. Έχει αποκοπεί από την ηθική πραγματικότητα και περιπλανιέται σε μονοπάτια εκτός της λογικής, της ηθικής και κυρίως της μητρότητας. Από τη σειρά υπονοείται πως ποτέ δεν αγάπησε τα παιδιά της καθώς της στέρησαν την καριέρα της μα κυρίως τον άντρα της. Κάπως έτσι, η μάνα των αγοριών χωρίς να γίνεται άμεσα κακοποιητική όπως ο πατέρας, αρέσκεται να χαζεύει τους γιούς της σε μια προσπάθεια να τους εκδικηθεί, κανονικοποιώντας μια έκφυλη συμπεριφορά και ίσως εκπληρώνοντας την ανάγκη της να ανακτήσει τον έλεγχο πάνω τους.

Η δίκη

Οι δύο δίκες που παρουσιάζονται στη σειρά, είναι ένα κεφάλαιο από μόνες τους. Αυτό που κατάφερε αριστοτεχνικά ο Ράιαν Μέρφι με έναν πολύ smooth τρόπο ήταν να δείξει στον θεατή πόσο δύσκολο είναι να αποδοθεί δικαιοσύνη- πόσο εύκολα αλλάζει η γνώμη του ανθρώπου. Όλα εξαρτώνται από το ποιος θα σου περιγράψει την ιστορία – όλα εξαρτώνται από τον αφηγητή και τους μάρτυρες, από τη μεριά που θα σταθείς. Στην πρώτη δίκη, το αφήγημα ήταν πως οι γιοι βρίσκονταν σε αυτοάμυνα. Πιο συγκεκριμένα φοβούνταν πως οι δικοί τους θα τους σκοτώσουν για να μην αποκαλυφθεί το σκοτεινό μυστικό της οικογένειας.

Επικεντρωνόμαστε στη φρίκη μέσα στην οποία ζούσε η οικογένεια, όλες τις αρρωστημένες σχέσεις που είχαν παγιωθεί ανάμεσά τους και στο πώς ήρθε το τελικό ξέσπασμα όπου τα αδέρφια κυριολεκτικά διέλυσαν τους γονείς τους με σφαίρες.

Όσο παρακολουθεί ο θεατής την πρώτη δίκη, το «κοινού αίσθημα περί δικαίου» κάνει σοβαρό kick in και ούτε λίγο ούτε πολύ, σκέφτεσαι «το άξιζαν και με το παραπάνω». Κανένα παιδί δεν πρέπει να περάσει έστω και ένα πράγμα από αυτά που υπέστησαν τα αδέρφια – αν αυτά που υποστηρίζουν είναι αλήθεια.

Και κάπου εκεί έρχεται η δεύτερη δίκη όπου παρουσιάζονται κι άλλοι μάρτυρες οι οποίοι αναφέρουν ότι δεν υπήρχαν φωνές στο σπίτι, ότι ο Χοσέ δεν ήταν νευρικός κι ότι τα παιδιά φώναζαν, προσέβαλαν και απειλούσαν τους γονείς τους. Κάποιος μάλιστα είπε ότι οι γονείς τους φοβούνταν τα ξεσπάσματα των παιδιών τους. Κάπως έτσι η εισαγγελία, απέδειξε ότι ο φόνος ήταν προμελετημένος κι ότι υπήρχε κίνητρο. Όλα αυτά θυμίζουν το αρχέτυπο της δολοφονίας του βασιλιά-πατέρα από τους γιους του, ώστε αυτοί να μπορούν να υπάρξουν χωρίς το βάρος της εξουσίας του αλλά και να γευτούν τους καρπούς των επιτευγμάτων του.

Κάπως έτσι έρχεται και το κίνητρο: τα λεφτά. Τα αδέρφια δεν κακοποιήθηκαν ποτέ, είναι κοινωνιοπαθείς, δεν υπάρχουν απτές αποδείξεις ότι κακοποιήθηκαν, εκτός από κάποιες ασαφείς μαρτυρίες συγγενών και φίλων και τελικά όλα έγιναν για το χρήμα.

Και πλέον το ερώτημα «ποιοι είναι τα τέρατα τελικά» είναι αδύνατον να απαντηθεί, κανείς δεν ξέρει και κανένας δεν είναι σίγουρος. Εάν λοιπόν αυτά τα παιδιά κακοποιήθηκαν, δεν μπορεί να αποδοθεί δικαιοσύνη και να αφεθούν ελεύθεροι σε λίγα χρόνια. Κι αν όμως λένε ψέματα και δολοφόνησαν τόσο βάναυσα τους γονείς τους για μια διόλου ευκαταφρόνητη «χούφτα δολάρια», τότε μιλάμε για την θανατική ποινή.

Αυτό είναι πλέον το δίλλημα με το οποίο ήρθαν αντιμέτωποι οι ένορκοι. Ένας αναπληρωματικός σε ένα πολύ απλό αλλά συγκλονιστικό δίλεπτο μονόλογο εξηγεί σε δυο φράσεις το πώς λειτουργεί η αμερικανική δικαιοσύνη. «Εάν υπάρχει έστω και μια μικρή πιθανότητα αυτά τα παιδιά να κακοποιήθηκαν όπως περιέγραψαν δεν μπορώ να έχω στη συνείδησή μου τον θάνατό τους. Και πιστεύω και καθένας από εσάς».

Τα αδέρφια Μενέντεζ ήταν sociopaths – γι αυτό δεν υπάρχει αμφιβολία. Και στο τέλος της ημέρας δεν κάνει εντύπωση σε κανέναν αν ισχύουν αυτά που πέρασαν. Όμως μέσα στα ψέματα που μπορεί να πετούν δυο τόσο χειριστικοί άνθρωποι, μπορεί να κρύβεται μια τρομακτική αλήθεια, μια αλήθεια πέρα από αυτά που αντέχει ο ανθρώπινος νους.

It takes a monster to create a monster.

 

Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.

 

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Netflix US (@netflix)

Τα δημοφιλή της εβδομάδας